Πάνω μου κυλάει ένα τσιγάρο αναμμένο,
αφήνει στα χέρια μου μαύρα σημάδια
-τα ψηλαφίζω σαν θυμάμαι
πως μου απόμειναν χέρια.
αφήνει στα χέρια μου μαύρα σημάδια
-τα ψηλαφίζω σαν θυμάμαι
πως μου απόμειναν χέρια.
Όσες φορές έγινα δρόμος έτσι πόνεσα,
με πάτησαν,
με τρύπησαν,
μ’ έφτυσαν
κι άλλοτε μ’ αγκάλιασαν
ματωμένοι τραυματίες.
με πάτησαν,
με τρύπησαν,
μ’ έφτυσαν
κι άλλοτε μ’ αγκάλιασαν
ματωμένοι τραυματίες.
Τελειώνοντας με το ποίημα να θυμάσαι:
-σαν δε μιλάμε πρόσωπο με πρόσωπο,
βλέμμα με βλέμμα-
βήματα που αγριεύουν με πονάνε,
ανοίγουν τα λόγια
στο στήθος μου λακκούβες
κι άδικα λασπώνομαι
στα στενά της Σαλονίκης.
-σαν δε μιλάμε πρόσωπο με πρόσωπο,
βλέμμα με βλέμμα-
βήματα που αγριεύουν με πονάνε,
ανοίγουν τα λόγια
στο στήθος μου λακκούβες
κι άδικα λασπώνομαι
στα στενά της Σαλονίκης.
Σήμερα ξεθάρρεψα
κι έγινα πάλι δρόμος
κι έγινα πάλι δρόμος
5/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου