Έσπασαν τα μάτια απ’ τον πόνο
και τα κομμάτια τους σαν αρχαία όστρακα ,
έπεσαν στο χώμα .
Έτρεξαν οι άπτερες θλίψεις
και στα χέρια τους τα πήρανε .
Ετοιμάστηκαν χορούς να στήσουν ,
τιμώντας την Ανάγκη .
Τη θεά που σβήνει τη χαρά ,
σαν τολμήσει και την ομορφιά σιμώσει .
Αλλά θαμπωμένες απ’ τους άχρονους νόμους
του σύμπαντος ,
τη διαταγή της προθεϊκής αρχής εκτελέσανε :
τη λέξη που ‘χαν τα κομμάτια
-χαραγμένη - στις δακρυσμένες παρειές τους ,
να διαλαλήσουν ,
μέχρι των αγγέλων τα φρούρια .
Όνομα γυναίκας ακούστηκε ,
που κέντησε της λύπης τα σπλάχνα ,
όμορφο σαν τη σιωπή της νύχτας ,
αιώνιο σαν την καταδίκη μου …

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου