Τα μάτια ανοίξανε το σκοτάδι .
Και το φως λάμπρυνε τα γερασμένα πρόσωπα .
Στην άκρη της νύχτας η αγάπη στεκόταν γελαστή ,
κοιτώντας το φεγγάρι ,
που ‘τρεχε στ’ ουρανού τις γειτονιές .
Απλώθηκε η χαρά στις λυγαριές
-γρήγορα - σαν σύννεφο ,
κι ανέβηκε -αργά -
στις πλαγιές με τις πορτοκαλιές ,
σαν παιδικό παιχνίδι .
Από φόβο , το μίσος κρύφτηκε
στους αχυρώνες της σιωπής
κι έμεινε βουβό ,
δίχως θροΐσματα και λέξεις .
Η αιωνιότητα κύλησε στα σοκάκια
κι οι Άγιοι κρυφτήκανε στις πικροδάφνες ,
ν’ ακούνε των παιδιών τα όνειρα ,
σιμά το καλοκαίρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου